Αυτό το μέτρο της αλλαγής ώρας έχει ως κύριο στόχο την αποταμίευση ενέργειας. Κατά τους επτά μήνες θερινής ώρας, υπολογίζεται ότι εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας, εκμεταλλευόμενοι τον φυσικό φωτισμό. Η ιδέα αυτή αρχικά προήλθε από την ανάγκη των ευρωπαϊκών χωρών να αξιοποιήσουν καλύτερα την ημέρα, ειδικά κατά τη διάρκεια της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του ’70.
Από το 1996, έχει υιοθετηθεί μια ενιαία ρύθμιση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: την Άνοιξη οι δείκτες γυρίζουν μία ώρα μπροστά, ενώ το Φθινόπωρο επανέρχονται μία ώρα πίσω. Στην Ελλάδα, η διαδικασία αυτή πρωτοεφαρμόστηκε δοκιμαστικά το 1932, από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Ωστόσο, η αλλαγή ώρας έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις για αρκετά χρόνια. Ειδικότερα, οι αντίπαλοι του μέτρου επικαλούνται έρευνες που συνδέουν την αλλαγή ώρας με προβλήματα υγείας, όπως καρδιοαγγειακές ή ανοσοποιητικές διαταραχές, λόγω της διαταραχής στον βιολογικό ρυθμό. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι δεν παρατηρείται πλέον η προβλεπόμενη εξοικονόμηση ενέργειας.
Η ανακοίνωση του υπουργείου αναφέρει επίσης ότι: «Σας υπενθυμίζουμε ότι, την Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024, λήγει η εφαρμογή του μέτρου της θερινής ώρας, σύμφωνα με την Οδηγία 2000/84 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ 19/01/2001, σχετικά με τις διατάξεις για τη θερινή ώρα».
Πηγή: newsbomb.gr